Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Ροθ: Η αλογόμυγα της αμερικανικής συνείδησης


ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΝΑ

«Δεν τον διαβάζεις, σε διαβάζει», έγραψαν κάποτε για τον Φίλιπ Ροθ. «Ξεσκίζει το χάρτη του φυσιολογικού, αντικαθιστώντας τον με κάποιον άλλον, περικυκλωμένον από την άγρια "πραγματικότητα". Και σε αποκαλύπτει». Μ' άλλα λόγια: δεν είναι, σε καμία περίπτωση, ανακουφιστικός, εύκολος, καθησυχαστικός συγγραφέας. Ο σεβασμός δεν είναι το φόρτε του. Τα καλά αισθήματα του προξενούν αφόρητη πλήξη. Υπήρξε, και παραμένει, το «κακό παιδί» της εβραιοαμερικανικής λογοτεχνίας -μια ενοχλητική, έως μισητή «αλογόμυγα της αμερικανικής συνείδησης». Ενας σκανδαλιστής, ένας βέβηλος: μετά την έκδοση του «αυνανιστικού μυθιστορήματος» Η πάθηση του Πορτνόι, εξοργισμένοι ραβίνοι θα καταγγείλουν την «αυτοαπέχθεια και τον αντισημιτισμό» του και θα τον κατηγορήσουν για προδοσία της φυλής. Ο κυνικός Ροθ, ωστόσο, θα αμυνθεί: «Οι επικριτές μου δεν φαντάζονται πόσο εκτιμώ το γεγονός ότι γεννήθηκα Εβραίος. Είναι μια συνθήκη μοναδική, μια ηθική δοκιμασία που σε τοποθετεί σε μια πολύπλοκη κατάσταση· ωστόσο, η εμπειρία αξίζει τον κόπο. Να γνωρίζεις το πεπρωμένο του Εβραίου, με όλα τα βάσανα που συνεπάγεται: τι καλύτερο θα μπορούσε να ευχηθεί κανείς;».

Εβραίος, εγγονός μεταναστών από τη Γαλικία, και ταυτόχρονα γέννημα-θρέμμα Αμερικανός, ο Ροθ, όχι μόνο θα βιώσει το διχασμό αυτής της διπλής ταυτότητας, αλλά και την πίεση που προκαλεί η αναζήτηση, στο πλαίσιο αυτής της διττότητας, μιας ανεύρετης ενότητας. Οπως γράφει ο μεγάλος φίλος του, ο Ισραηλινός συγγραφέας Ααρον Απλφελντ, ο Ροθ είναι ασυζητητί «Εβραίος συγγραφέας», όμως οι εκκοσμικευμένοι ήρωές του είναι «Ιουδαίοι χωρίς ιουδαϊσμό»· για τους περισσότερους, η συνύπαρξη εβραϊσμού και αμερικανισμού δεν είναι, σύμφωνα με τη διατύπωση του κριτικού Andre Bleikasten, «ούτε ιστορικό πεπρωμένο ούτε παθητική αποδοχή ενός ετεροκαθορισμού, αλλά ένα ζήτημα πάντοτε ανοιχτό». Η ταυτότητα στον Ροθ δεν είναι μία, ενιαία, σταθερή και συμπαγής, αλλά μια πολλαπλότητα συνεχώς μεταβαλλόμενη -και αυτό δίνει στο άτομο την αινιγματική του μοναδικότητα.

Και φυσικά, ο Ροθ δεν αισθάνεται την υποχρέωση να μιλήσει για λογαριασμό της φυλής του. «Είμαι ένας συγγραφέας που τυχαίνει να είναι Εβραίος», τονίζει, διακηρύσσοντας έτσι την ελευθερία του μυθιστοριογράφου. Ομως, τα νήματα που συνθέτουν τον ιστό της εβραϊκότητας ακολουθούνται, στο έργο του, πιστά. Η οικογένεια, για παράδειγμα. «Ενας από τους τελευταίους χρονογράφους της οικογένειας στη μετα-οιδιπόδεια εποχή μας», θα γράψει ιστορίες για τη σχέση πατέρα και γιου (Letting go, τριλογία του Ζούκερμαν, Πατρική κληρονομιά) μητέρας και γιου (Η πάθηση του Πορτνόι), πατέρα και κόρης (Αμερικανικό ειδύλλιο), αδελφών. 'Η οι ερωτικές φαντασιώσεις των κατεξοχήν Εβραίων ηρώων του. 'Η η σχέση τους με την ψυχανάλυση. Με τη θρησκεία. Με την πολιτική. Τέλος, αναπόφευκτα, ο συγγραφέας μας θα αναζητήσει τις ρίζες της εβραϊκότητας στον ίδιο τον εαυτό του.

Κι εδώ έρχονται οι επιφυλάξεις της κριτικής: Ο Ροθ είναι ένας συγγραφέας εγωμανής, χωρίς πραγματική μυθοπλαστική φαντασία, ανίκανος να μιλήσει για οτιδήποτε άλλο πέρα από τον ίδιο και το στενό περιβάλλον του. Αδικη αποτίμηση; Μάλλον όχι. Οντως, τα βιβλία του θα μπορούσαν, χονδρικά, να χαρακτηριστούν «βιογραφήματα»: Η παιδική του ηλικία στο Νιούαρκ, τα χρόνια των σπουδών, η σύντομη θητεία του στο στρατό, οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες, ένας καταστροφικός πρώιμος γάμος, η επιτυχία και η κακή φήμη ύστερα από ένα σκανδαλώδες μυθιστόρημα, τα ταξίδια στην Ανατολική Ευρώπη, η κατάθλιψη, τα καρδιολογικά προβλήματα, η συμβίωσή του με την ηθοποιό Κλερ Μπλουμ δεν κρύβουν την αυτοβιογραφική τους προέλευση πίσω από τη λογοτεχνική επεξεργασία· και οι ήρωές του (ο Αλεξάντρ Πορτνόι, ο Πήτερ Τάρνοπολ, ο Νέιθαν Ζούκερμαν, ο Ντέιβιντ Κέπες, ο «Φίλιπ Ροθ» της Επιχείρησης Σάυλωκ) δεν είναι παρά τα είδωλα, οι μυθιστορηματικοί σωσίες του συγγραφέα. Ομως, η αυτοβιογραφία στον Ροθ είναι χειραγωγημένη, μολυσμένη, ελεγχόμενη από τη μυθοπλασία. Και αντί να περιοριστεί στο τετελεσμένο, αφηγούμενη μια ζωή συμπυκνωμένη στη μνήμη, ανοίγει τη βεντάλια των πιθανοτήτων, προκειμένου να μιλήσει για την πολλαπλότητα. Αν μια ζωή δεν μπορεί να βιωθεί παρά μία φορά και να κλιθεί μονάχα στον αόριστο, στον Ροθ μπορεί να γίνει αντικείμενο ονειροπόλησης, να ιστορηθεί στον πληθυντικό, να κλιθεί στον ενεστώτα και τον μέλλοντα. Η δύναμη του μυθιστορήματος είναι η ικανότητά του να δώσει σώμα σ' αυτό το όνειρο, «να ξαναμοιράσει τα χαρτιά του παιχνιδιού που ονομάζουμε ζωή» και να μας πείσει ότι αυτό το παιχνίδι μπορεί να εφευρίσκεται πάλι και πάλι. «Αντίθετα από την κοινή αντίληψη», λέει κάπου ο Ζούκερμαν, «η απόσταση ανάμεσα στη ζωή και το έργο τού συγγραφέα είναι που συνθέτει την πιο εντυπωσιακή έκφανση της φαντασίας του». Ο συγγραφέας γράφει για να δραπετεύσει από τη ζωή του και όχι για να τη βάλει στο αρχείο. Για να πολλαπλασιάσει τις ταυτότητες, όπως ένας ηθοποιός πολλαπλασιάζεται μέσα από τους ρόλους του. Η αληθινή ζωή ενός συγγραφέα είναι οι φανταστικές ζωές που σκηνοθετούνται στο μυθιστορηματικό παλκοσένικο· η ταυτότητά του, το σύνολο των κειμενικών ταυτοτήτων.

Η θεατρική μεταφορά επανέρχεται ασταμάτητα στο έργο του Ροθ: τα πάντα είναι ένα παιχνίδι με μάσκες, όλα είναι παραπλάνηση και προσομοίωση, ταυτόχρονα όμως και ελεύθερη επινόηση. «Η οικουμενική επιθυμία να είσαι ένας άλλος» που διακηρύσσεται στην Επιχείρηση Σάυλωκ, στοιχειώνει όλα τα έργα του. Η μεταμόρφωση, επίσης. Του σώματος (στο Βυζί ο Ντέιβιντ Κέπες μεταμορφώνεται ανεξήγητα σε στήθος), της προσωπικότητας (τα διαδοχικά στάδια ωρίμανσης του Ζούκερμαν), της ζωής (γιατί τι άλλο παρακολουθούμε στην εξαιρετική τριλογία του Αμερικανικό ειδύλλιο, Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή και Ο ανθρώπινος λεκές, παρά ανθρώπους των οποίων η μοίρα ανατρέπεται και αλλάζει από τις αδυσώπητες δυνάμεις της ιστορίας;).

Μεταμορφώσεις ανοίκειες, που επικυρώνουν τη σύλληψη της ανθρώπινης ύπαρξης ως κωμωδίας. Ομως, η κωμωδία του Ροθ είναι συχνά μαύρη. Τα συστατικά της είναι ο ερωτισμός, η σκληρότητα, ο μηδενισμός, η υπαρξιακή αγωνία, η σαρκαστική αδιαφορία, η αποστασιοποίηση. Συνομιλώντας με τη μεγάλη παράδοση του σατιρικού μυθιστορήματος, εν όπλοις αδελφός ενός Κάφκα, ενός Σελίν, ενός Μπέκετ (αν και ιδιοσυστασιακά πολύ απομακρυσμένος από το λογοτεχνικό τους σύμπαν), ο Ροθ δεν προκρίνει την ευθυμία, αλλά τις σκοτεινές αποχρώσεις και τα συνένοχα χαμόγελα. Το εκκεντρικό χιούμορ του είναι η τέχνη της πρόκλησης και της αποφυγής του πλήγματος, ένας τρόπος αφοπλισμού του άγχους. Γιατί στα έργα του η αρρώστια και ο θάνατος είναι πανταχού παρόντα, τα βάσανα του σώματος και της ψυχής, αδρά αποτυπωμένα, ο πόνος της απώλειας, έντονος. Στον Ροθ οι ήρωες γελάνε και για να μην ξεσπάσουν σε θρήνο· ο σαρκασμός εδώ δεν είναι παρά μια έκκληση προς τον αναγνώστη να συμφιλιωθεί με την οικτρή ανθρώπινη συνθήκη, να αποδεχθεί τον κόσμο όπως είναι. Αυτόν τον οιονεί πραγματικό κόσμο στον οποίο βρεθήκαμε να ζούμε και κυρίως την αμερικανική κοινωνία του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, την οποία ο Ροθ δεν παύει να ξεγυμνώνει, να αποκαλύπτει μέσα στην επιτήδευση, την αδικία και τον παραλογισμό της. Το χιούμορ του είναι πάνω απ' όλα ένα απομυθοποιητικό όπλο· η ειρωνεία του, το μέσο που αμφισβητεί όλες τις βεβαιότητες και δίνει στον αναγνώστη το υπέρτατο πλεονέκτημα της αμφιβολίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου